Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

Νέες Δημιουργίες

Ευρυδίκη
Μπορείτε να επιλέξετε ανάμεσα στις μεγάλες μαρότες 
Η Ευτέρπη
Η Αλκυόνη και ο Κύηκας














που δημιουργούμε κι έτσι να ζωντανέψετε
Η Αλκυόνη
Θησέας

ιστορίες και παραμύθια.
Κάθε κούκλα κοστίζει 15 ευρώ. 
Χαρακτηριστικά: ύψος περίπου 80 εκατοστά.


Ζωντανέψτε την κούκλα


Κρατήστε απαλά την κούκλα από τον αυχένα της. Με το χέρι σας κινήστε το χέρι της κούκλας. κάνοντας εσείς μερικά βήματα θα κάνει και η κούκλα.Μπορεί να παρουσιαστεί και πίσω από ένα σκηνικό ή μια γάζα. Είναι εκπληκτικό πως η κούκλα μπορεί να μιλήσει στα παιδιά με την δική σας βοήθεια. Τα παιδιά δεν θα κοιτάζουν την δική σας παρουσία και θα επικεντρώνονται στην κούκλα.
Υπάρχουν διάφοροι χαρακτήρες και ήρωες. Αναζητείστε τον δικό σας ώστε να παρουσιάσετε κάτι ξεχωριστό στην τάξη.
Ορφέας

Κάθε κούκλα αποτελεί μοναδική δημιουργία για αυτό θα υπάρχουν διαφορές στα χρώματα κάθε κούκλας. 
Μπορείτε να καλέσετε στο 22310-45006 και να κάνετε την παραγγελία σας. Αλλά μπορείτε να στείλετε mail στο kouklam90@yahoo.gr.

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2015

Αθανάσιος, Στα μονοπάτια του Ολύμπου

Το απόσπασμα που ακολουθεί αποτελεί μέρος του διηγήματος μας "Αθανάσιος, στα μονοπάτια του Ολύμπου". Η ιστορία μπλέκει το σήμερα με το χτες, την πραγματικότητα με το παραμύθι, αναφέρεται στους Θεούς του Ολύμπου.




Ο παππούς δεν ήρθε φέτος μαζί μας. Ήταν  η πρώτη χρονιά που δεν ερχόταν στο βουνό. Ο πατέρας μου είπε πως είχε κάποιες δουλειές στην Αθήνα άλλα εγώ ήξερα, η καρδιά του μπορεί και να μην τον άκουγε. Μου το είχε πει πολλές φορές όταν είμασταν μαζί και διαβάζαμε τα μεγάλα βιβλία της Μυθολογίας.
Κοίταξα έξω απ το παράθυρο. Καλοκαίρι στον Όλυμπο.
-Χωρίς τον παππού δεν θα περάσω ωραία, σκέφτηκα. Πάντα έβρισκε τρόπους να με κάνει να μην βαριέμαι.
-Θάνο, έλα αγόρι μου να πάρεις τα πράγματά σου. Μπορείς να τα τακτοποιήσεις στο δωμάτιο σου;
-Έρχομαι, φώναξα και η φωνή μου πρόδιδε πως ήμουν λυπημένος.
Καθώς κατέβαινα στην αυλή έριξα μια κλεφτή ματιά στο άδειο δωμάτιο του και η καρδιά μου σφίχτηκε.
Πήρα τον σάκο με τα βιβλία μου και το παιχνίδι μου. Τι άλλο θα μου έμενε να κάνω αυτές τις μέρες εδώ πάνω.
Άφησα τον σάκο σε μια γωνιά και ξάπλωσα στο κρεβάτι κοιτώντας το ταβάνι. Κάτω η μητέρα ακουγόταν να μεταφέρει τα πράγματα στην κουζίνα. Ο πατέρας τακτοποιούσε το αυτοκίνητο και έφερνε τους σάκους μέσα.
-Θάνο έλα, ο παππούς.
Με μιας πετάχτηκα επάνω. Κατέβηκε τρέχοντας τις σκάλες.
-Παππού! Τι κάνεις;
-Καλά είμαι παιδί μου ακούστηκε η κουρασμένη του φωνή απ το ακουστικό -Καλά. Εσύ; Πες μου τακτοποιήθηκες; Ποτέ θα ανέβεις στο μονοπάτι μας;
Η φωνή μου δεν έβγαινε .
-Να δεν έχω όρεξη τώρα.
-Α θα σε μαλώσω, το μονοπάτι σε περιμένει να σου χαρίσει όμορφες ,αξέχαστες στιγμές. Άκου κι εμένα τι σου λέω. Αύριο το πρωί να ξεκινήσεις.
-Χωρίς εσένα όλα είναι βαρετά.
- Περιμένω θησαυρούς μην το ξεχνάς.
-Καλά .
Ακούστηκε ένα του του.
-Θα έπεσε η γραμμή, απάντησε αμέσως η μητέρα που έβαζε τα ρούχα μας στα ντουλάπια.
-Τι έχεις μικρέ; Με ρώτησε.
-Τίποτε…
-Έλα κοίτα με στα μάτια. Στην μανούλα δεν λέμε ψέματα.
-Μου λείπει.
Του χάιδεψε στοργικά το κεφάλι, του έδωσε ένα φιλί και δύο τρία πουλόβερ .
-Βάλτα στο συρτάρι σου . Το βράδυ κάνει ψύχρα.
Ανέβηκα τα σκαλιά και ξάπλωσα πάλι στο κρεβάτι. Ίσως αύριο να πήγαινα στο μονοπάτι μας. Το μονοπάτι το δικό μου και του παππού.



Πρωινός ψίθυρος
Περπατούσα στο μονοπάτι που μου έδειξε ο παππούς. Το χαμόγελό του ήταν μπροστά στα μάτια μου. Η ζεστή φωνή του με καθοδηγούσε. Μια στιγμή μπλέχτηκε στον νου μου με την φωνή της μητέρας: « να προσέχεις στον δρόμο!».
-Μην ανησυχείς μαμά, μου τα έχει δείξει τα μονοπάτια ο παππούς.
Η μητέρα χαμογέλασε κι εγώ συνέχισα τον δόμο. Η σκέψη μου φτερούγιζε στον χρόνο. Έψαχνα για τους θησαυρούς που μου μίλησε. Σε κάθε βήμα και μια έκπληξη .Μια κουμαριά , ένας σκίνος γεμάτος πορφυρούς καρπούς , ένα έλατο με αχνοπράσινα κλαδιά σημάδι πως το δέντρο μεγάλωνε!
Στάθηκα να ξεκουραστώ σ ένα κούτσουρο, ένα τεράστιο κορμό στο ξέφωτο. Φέτος πρέπει να έκοψαν το δέντρο. Η επιφάνεια του κορμού δεν είχε προλάβει να πάρει το χρώμα της σκουριάς απ το πέρασμα του χρόνου. Βάλθηκα να μετράω τα δαχτυλίδια του δέντρου. Ίσως μάθαινα πόσο μακριά πήγαινε η ιστορία του στο μονοπάτι του χρόνου.
Ένα δύο, τρία, τέσσερα…
-θα χάσεις το μέτρημα! χα χα χα Ένα γέλιο ακούστηκε πίσω μου. Είδα ένα ξανθό νεαρό αγόρι. Φορούσε φτερά στα πόδια του . Στο χέρι του κρατούσε ένα παράξενο ραβδί που κάτι μου θύμιζε.
-Είναι δύσκολο να βρεις την ηλικία του δέντρου!
-Έχω μάθει να την μετράω με τα δαχτυλίδια του κορμού.
-Κρίμα που το έκοψαν! Η σκιά του χάριζε δροσιά πολλά χρόνια.
Με κοίταξε ίσα στα μάτια σαν να διάβαζε κάτω από τα ματόκλαδα την επιθυμία μου να ταξιδέψω σε χώρο και χρόνο μακρινό.
-Έλα μου πρότεινε το χέρι. Δεν χρειάστηκε να πει δεύτερη φορά την πρόσκληση ούτε καν ρώτησα που και γιατί. Γνώριζα που θα περνοδιάβαινε. Γνώριζα ποιος ήταν.
- ούτε το όνομά μου δεν ρώτησες, παρατήρησε.
Χαμογέλασα.
-         Σε γνωρίζω. Τα φτερά στα πόδια σου και το παράξενο ραβδί στο χέρι σου μαρτυρούν ποιος είσαι.
-         Ερμής , ο αγγελιοφόρος των Θεών του Ολύμπου, απάντησε σταθερά. Και τούτο το ραβδί το χάρισα στους κήρυκες να διαλαλούν ένα και μόνο πράγμα στον κόσμο την ειρήνη και την ομόνοια.
-         Έλα , μου έδωσε το χέρι και φύγαμε.


«Χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο πέλαγος»


Το πρόσωπό μου το δρόσιζε η αύρα η θαλασσινή απ΄το νησάκι. Ένα νησί μικρό κατάφυτο δέντρα και σκίνα που κατέβαιναν μέχρι την θάλασσα. Εκεί που ο αφρός στεφάνωνε την αμμουδιά την είδα.
Μαλλιά κατάξανθα, μάτια θαλασσινά γεμάτα ομορφιά. Μου κράτησε το χέρι για μια στιγμή. Ένα απαλό άγγιγμα που με έκανε να δω το ηλιοβασίλεμα στην άκρη του πελάγους.
Το βήμα της με οδήγησε σε ένα τεράστιο κοχύλι.
Ίσως ήταν το πιο παράξενο ταξίδι που έκανα.
Το κοχύλι ταξίδευε γαλήνια στο πέλαγος. Η θεά δεν μιλούσε , μόνο ένα χαμόγελο ήταν ζωγραφισμένο στα χείλη  της. Που και που ακούγονταν πάνω μας ένα απαλό φτερούγισμα.
-Άκου είναι ο έρωτας που μας συντροφεύει. Τα μάτια της είχαν πάρει ένα βαθύ γαλάζιο χρώμα ίδιο με τα νερά του πελάγους.
Και ταξιδεύαμε … και ταξιδεύαμε.
Δεν είχα ρωτήσει που πηγαίναμε. Ήμουν σίγουρος πως η όμορφη θεά θα με πήγαινε στο νησί της.
Τα κύματα μας έφτασαν σε στεριά. Σαν χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο πέλαγο ήταν το νησί. Ακρογιαλιές χρυσαφιές απ την άμμο κι από του ήλιου το χάδι. Η κοπέλα γελούσε κι έπαιζε με τα κύματαΔίπλα στο κύμα έπαιζα με την άμμο και στα μάτια μου στραφτοκοπούσε ο ήλιος, η θάλασσα, οι πλαγιές γεμάτες δέντρα.
Ξαφνικά το είδα, ένα βουνό βαμμένο κόκκινο, σαν αίμα. Στην μέση του να προβάλλει ένα λευκό μισοφέγγαρο σαν να είχε σταματήσει ο χρόνος εκεί και το φεγγάρι ποτέ να μην έγινε πανσέληνος.
ένιωσα ένα σφίξιμο στον λαιμό. Γύρισα είδα την κοπέλα, τα μάτια της ήταν πλημμυρισμένα αρμύρα της θάλασσας.
-Θέλω να φύγω ψιθύρισε με αναφιλητά. Δεν αντέχω να βλέπω τον τόπο μου έτσι .
-Της έπιασα απαλά το χέρι μέσα στην χούφτα μου έλαμπε ένα μικρό λευκό βολαράκι.
-Μαργαριτάρι!
-Κράτησε το για να θυμάσαι την θλίψη μου.

Κράτησε το να θυμάσαι τον τόπο μου.

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

Η Δαχτυλίτσα

     








 Μια φορά κι ένα καιρό ζούσε σε ένα μικρό χωριουδάκι  μια καλή γυναίκα, που δεν είχε παιδιά. Αγαπούσε όμως πολύ τα παιδιά και δεν  έχανε ευκαιρίες να τα μαζεύει στην αυλή της και να τους λέει παραμύθια,  να τα κερνάει καραμελίτσες ή ζεστό κέικ, όταν έφτιαχνε στον φούρνο της. Πόσο της άρεσε να τα ακούει να τραγουδούν! Γινόταν κι αυτή παιδί μαζί τους. Ο καημός της, όμως έμενε άσβεστος και το βράδυ σαν έπεφτε να κοιμηθεί έκλεινε τα μάτια και προσευχόταν, να είχε κι αυτή ένα μικρό παιδάκι, με λαμπερά μάτια και κελαρυστή φωνή κι ας ήταν μικρό, μικρό σαν ένα δαχτυλάκι.
Μια μέρα δεν άντεξε και πήγε στην μεγάλη πολιτεία . Τα παιδιά παραξενεύτηκαν, τι άραγε να έκανε στην μεγάλη πολιτεία, η καλή γυναίκα, που ήταν φιλενάδα τους τόσο καιρό.
Σαν επέστρεψε όμως, κρατούσε στα χέρια της  ένα κουτί μεγάλο και φανταχτερό. Τα παιδιά μαζεύτηκαν γύρω της και με περιέργεια περίμεναν να το ανοίξει. Η γυναίκα τους διηγήθηκε την πορεία της στους μεγάλους δρόμους της πόλης στα μαγαζιά και στα ψηλά σπίτια . Τους είπε και που έφτασε στο μεγάλο κτήριο που έγραφε «Στέγη Ανηλίκων». Τους είπε πως η κυρία που ήταν υπεύθυνη της έδειξε πολλά παιδάκια  που ζητούσαν μια αγκαλιά, αλλά αυτή διάλεξε εκείνο το πιο μικρό, που ήταν
κρυμμένο σε ένα λουλουδάκι.
Η γυναίκα πήρε στα χέρια της το μικρό λουλουδάκι κι αμέσως εκείνο άρχισε σιγά σιγά να ανοίγει τα πέταλά του. Ώσπου φάνηκε μια μικρή μικρή κοπελίτσα πολύ όμορφη που ήταν όσο ένα δάχτυλο του χεριού μας.
-Πώς να την ονομάσουμε; Ρώτησε η γυναίκα τα παιδιά
-Δαχτυλίτσα, είπαν τα παιδιά, αφού είναι όσο ένα δαχτυλάκι.
-Τοσοδούλα, αφού είναι τόσο μικρή, μικρή.
-Tumberlina, φώναξε ο Gregory, που η μητέρα του ήταν από την Αγγλία και ήθελα πάντα να αναφέρει μια ξένη λέξη στην κουβέντα.
Τελικά την ονόμασαν Δαχτυλίτσα.
Κι εκείνη τόσο που ευχαριστήθηκε που άρχισε να τραγουδάει.
Όλους χαιρετώ
Μες τον κόσμο αυτό
Τον καινούριο.
Όλους χαιρετώ
Και σας λέω εγώ
Πως σας αγαπώ

Βρήκα ζεστασιά
Μια γλυκιά αγκαλιά
Που να μ αγαπάει
Όλους χαιρετώ
Μες τον κόσμο αυτό τον καινούριο.

Τα παιδιά έτρεξαν στο σχολείο, γιατί χτύπησε το κουδούνι για μάθημα και η καλή γυναίκα έβαλε την Δαχτυλίτσα σε ένα ωραίο πανεράκι με βελούδινο στρώμα και πολλά πολλά ροδοπέταλα για να ξαπλώσει και να ξεκουραστεί.
Τραγουδούσε και περνούσε πολύ όμορφα στην νέα της ζωή. Η καλή γυναίκα την αγαπούσε, τα παιδιά της τραγουδούσαν κάθε απόγευμα ώσπου μια μέρα…..

Ήταν σούρουπο όταν η καλή γυναίκα έβαλε την Δαχτυλίτσα για ύπνο και πήγε κι εκείνη να ξεκουραστεί. Νανουριζόταν με το τραγούδι που έλεγε σιγαλά η Δαχτυλίτσα κι έτσι αποκοιμήθηκε.
Από το ανοιχτό παράθυρο όμως πρόβαλε μια πράσινη βατραχίνα. Ήταν τόσο μεγάλη και τόσο πράσινη που η μικρή Δαχτυλίτσα φοβήθηκε, κάθισε στην άκρη από το καλαθάκι της ώστε η βατραχίνα να μην την δει, αλλά δεν τα κατάφερε. Η βατραχίνα την έπιασε με τα υγρά χέρια της .
-Μμμμ ωραία γυναίκα, για τον κανακάρη μου, ψιθύρισε. Έβαλε την Δαχτυλίτσα στην τσέπη από την ποδιά της και έφυγε από το ανοιχτό παράθυρο.
Η μικρούλα έτρεμε και σκεφτόταν την καλή γυναίκα. Πόσο θα στεναχωριόταν αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτε. Βρισκόταν μέσα στην τσέπη της βατραχίνας και κουνιόταν πάνω κάτω. Ξαφνικά φάνηκε φως.
-Αχ ευτυχώς, ψιθύρισε η Δαχτυλίτσα, μάλλον ξαναγύρισα στο σπίτι μου. Κι εκεί που ήταν έτοιμη να ανοίξει τα μάτια της και να αντικρίσει την καλή γυναίκα, αντίκρισε την αποκρουστική μορφή του βατράχου.
-Αυτός είναι ο γ υιός μου, βάτραχος από καλό σόι θα γίνετε πολύ καλό ζευγάρι οι δυο σας. Τώρα θα σε βάλω στην άκρη της λίμνης, μέχρι να ετοιμάσουμε την φωλιά που θα μείνετε. Θα σας στρώσω τα καλύτερα φύλλα και φυτά, μόλις τώρα σάπισαν, είναι ότι πρέπει!
-Μαμά είναι πολύ μικρή για μένα, είπε ο γυιός της.
-Σώπα κανακάρη μου με τα μούτρα που έχεις ποια άλλη γυναίκα θα βρεις;  Είναι η καλύτερη, άσε που είναι και πολύ οικονομική. Δεν χρειάζεται να την ταΐζεις πολύ, κοίτα μια σταλιά είναι.
-Μαμά με κοιτάζει, μάλλον με ερωτεύτηκε ξαναμίλησε ο βάτραχος.
- Τέτοια φάτσα που έχεις σίγουρα! Χαχαχα γέλασε οι μικρός του αδερφός.
- Μαμά ο Φίφης με κοροϊδεύει.
-Ουφ! σταματήστε να μαλώνετε, θέλω να ετοιμάσω την φωλιά για τον γάμο. Θα καλέσουμε κόσμο.
Μέχρι η κυρά Βατραχίνα να φτιάξει το δωμάτιο η μικρή δαχτυλίτσα έδεσε την ζώνη της σε ένα σκαθάρι που κάθισε πάνω στο φύλο που την είχαν βάλει ανάμεσα στα θολά νερά της λίμνης.
-Πέτα σκαθαράκι πέτα ,πάρε με από εδώ.
Το σκαθάρι την έπιασε και την ανέβασε ψηλά. Η Δαχτυλίτσα πετούσε για ώρα μέχρι που την άφησε σε ένα μεγάλο μανιτάρι.
Η Δαχτυλίτσα διασκέδασε με την τσουλήθρα που έκανε στο μανιτάρι αλλά δεν παρατήρησε πως στον ουρανό μαζεύτηκαν μαύρα σύννεφα. Άρχισε να βρέχει.
-    Πό πό που θα πάω με την βροχή, ελπίζω να με προστατεύσει αυτό το μανιτάρι.
Κρύφτηκε κάτω από την μεγάλη ομπρέλα του μανιταριού και άκουσε ένα χτύπο.
-Έλα μέσα της είπε μια φωνή.
Ποιος είναι αναρωτήθηκε, η Δαχτυλίτσα.
-Εδώ πίσω απ το μανιτάρι. Είμαι η Περμαθούλα, η ωραία ποντικούλα. Μην κάθεσαι μ αυτή την βροχή έξω.
Η Δαχτυλίτσα προχώρησε στο σπιτάκι της. Ήταν τόσο όμορφο και τόσο μικρό. Στα μέτρα της.
-Πως βρέθηκες εδώ μικρή μου; την ρώτησε η Περμαθούλα.
-Ω είναι μεγάλη ιστορία! απάντησε η Δαχτυλίτσα φοβισμένη.
-Έλα, έλα θα σου δώσω μερικά μελόψωμα και θα μου τα πεις όλα.
- Εγώ μένω εδώ σ αυτή την φωλίτσα κάτω απ την γη. Περνάμε θαυμάσια. Εδώ να δεις τι ωραία που είναι όταν κάνουμε επίσκεψη στον Φον Ποντικάκη τον γείτονα! Α είναι εξαιρετικός κύριος! Αριστοκράτης απ την πρωτεύουσα. Άφησε τα πλούτη και τα μεγαλεία και ήρθε εδώ σε μας. Θα σε πάω αύριο να τον γνωρίσεις.
Η ποντικούλα Περμαθούλα ετοιμάστηκε και στόλισε και την Δαχτυλίτσα.
-Είναι περιζήτητος γαμπρός ο Φον Ποντικάκης. Κάθε κοπέλα θα σκεφτόταν να συνεχίσει την ζωή της κοντά του.
Η Δαχτυλίτσα δεν μιλούσε έπιασε κοτσιδάκια τα μαλλιά της και διόρθωσε την ποδίτσα της.
-Πάρε αυτό το φανάρι πρέπει να περάσουμε ένα σκοτεινό λαγούμι για να φτάσουμε στο σπίτι του Φον Ποντικάκη. Μην φοβηθείς θα προχωράμε κοντά η μια στην άλλη και θα μας φωτίζει το φαναράκι.
Προχωρούσαν μέσα στο σκοτεινό λαγούμι, το ποδαράκι της Δαχτυλίτσας σκόνταψε σε κάτι.
-Είναι κάτι μπροστά μου.
- Μην φοβάσαι της είπε η Περμαθούλα, είναι ένα πεθαμένο χελιδόνι. Ένας Θεός ξέρει πως έφτασε μέχρι εδώ.
Η Δαχτυλίτσα ακούμπησε απαλά το χέρι της πάνω στα φτερά του χελιδονιού.
-Καλό μου πουλάκι, είπε σιγαλά με τραγουδιστή φωνή, θα έπρεπε να πετάς έξω στον ουρανό και είσαι μέσα σ αυτό το σκοτεινό λαγούμι.
Καθώς όμως το χέρι της ήταν ακουμπισμένο πάνω στα φτερά του άκουσε από κάτω έναν αμυδρό ήχο τικ τακ τικ τακ.
-Είναι ζωντανό, είναι ζωντανό! Περμαθούλα το χελιδόνι είναι ζωντανό!
Η Περμαθούλα όμως είχε ήδη μπει στο σπίτι του Φον Ποντικάκη.
Ο Φον Ποντικάκης τους είχε ετοιμάσει ένα θεσπέσιο δείπνο.
-Να σας βάλω λίγη κρεμ αγκλέζ ακόμη στο ψητό σας, καλή μου δεσποσύνη;
-Μα πόσο ευγενικός είναι! Θαύμαζε η Περμαθούλα.
-Κοίτα πόσα πλούτη έχει. Αυτός είναι γαμπρός για σένα. Θα σε έχει στα πούπουλα και στα ατλάζια!
-Μα δεν θα βγαίνω καθόλου στον ήλιο, παραπονέθηκε η Δαχτυλίτσα.
-Έλα, έλα αυτές είναι λεπτομέρειες χρυσή μου. Εδώ είναι τα πλούτη μέσα σ αυτό το λαγούμι θα περάσεις ζωή χρυσή με τον Φον Ποντικάκη.
Σαν τελείωσε το δείπνο ο Φον Ποντικάκης τους έβαλε πλάκες βινυλίου στο γραμμόφωνο και άκουσαν παλιά τραγούδια. Μάλιστα έπιασε και την Περμαθούλα από την μέση και  άρχισαν να χορεύουν.
-Θα ήταν εξαιρετική τιμή να ξανάρθετε, πρότεινε ο Φον
Ποντικάκης.
- Μα και βέβαια, Φον Ποντικάκη μου θα ξαναέρθουμε , είναι να σε χάσουμε από φίλο και γείτονα εμείς.Πες κι εσύ κάτι…κουκλίτσα.
- Σας ευχαριστούμε Φον Ποντικάκη , ψιθύρισε η μικρή Δαχτυλίτσα και το μυαλό της ήταν στο χελιδόνι. Αχ να μπορούσα να το κάνω να πετάξει θα με πήγαινε μακρυά από εδώ!
Όταν η Περμαθούλα πήγε να κοιμηθεί η Δαχτυλίτσα άνοιξε σιγά σιγά την πόρτα και πήγε κοντά στο χελιδόνι. Είχε μαζί της ένα μπουκαλάκι με νερό και του έσταξε στο στόμα. Αμέσως το χελιδονάκι άνοιξε τα μάτια του.
-Σε ευχαριστώ καλό μου κορίτσι. Η φτερούγα μου είναι τραυματισμένη και δεν μπορώ να πετάξω. Σύρθηκα μέχρι εδώ για να μην ξεπαγιάσω έξω. Σε λίγο όμως θα φύγω .
- Όχι δεν θα φύγεις, καλό μου χελιδονάκι, θα γίνεις καλά και θα πετάξεις για τις ζεστές χώρες, όπως οι φίλοι σου, τα άλλα πουλιά.
- Μακάρι να ήταν έτσι, δεν θα τα καταφέρω.
- Μην ανησυχείς, κάθε βράδυ θα σου φέρνω νεράκι και μερικούς σπόρους για να τραφείς. Και σίγουρα σε λίγο θα γίνεις καλά.
- Με το μαντήλι μου θα δέσω την φτερούγα σου. Η Περμαθούλα έχει στην φωλιά της κάτι βοτάνια για τις πληγές, σίγουρα θα σου κάνουν καλό.

Η Δαχτυλίτσα κάθε βράδυ, όταν η Περμαθούλα έπεφτε για ύπνο πήγαινε και περιποιούνταν το μικρό χελιδονάκι ώσπου μια μέρα.
-Νιώθω την φτερούγα μου να είναι καλά. Πιστεύω να μπορέσω να πετάξω.
-Σε παρακαλώ,χελιδόνι, με παίρνεις μαζί σου; Παρακάλεσε η Δαχτυλίτσα.
-Μα πηγαίνω σε άγνωστες χώρες, μακρινές.
-Δεν πειράζει, θέλω να φύγω από αυτό το σκοτάδι. Θέλω να αντικρίσω και πάλι το φως.
-Τότε δεν έχεις να κάνεις τίποτα άλλο παρά να ανεβείς στα φτερά μου.
Η Δαχτυλίτσα πιάστηκε καλά στις μαύρες φτερούγες του χελιδονιού.

-Δαχτυλίτσα, Δαχτυλίτσα ακούστηκε η φωνή της Περμαθούλας. Μπα σε καλό σου που πήγες; Μήπως έφυγε;
Έκλεισε την πόρτα πίσω της μουρμουρίζοντας
-Έφυγε κι έχασε και τον γαμπρό τι κρίμα!

Η Δαχτυλίτσα πετούσε με το χελιδονάκι σε πολιτείες και χωρία σε λόγγους και χωράφια ώσπου έφτασαν σε μια παραμυθένια χώρα όπου ζούσαν οι νεράιδες.
Λουλούδια πολύχρωμα φύτρωναν παντού. Και σε κάθε λουλούδι βρισκόταν μια νεραϊδούλα με τον πρίγκιπα της.Το χελιδόνι άφησε την Δαχτυλίτσα σε ένα λουλουδάκι κι έφυγε.
-Κοιτάξτε, φώναξαν οι νεραϊδούλες , ήρθε καινούρια νεράιδα στην συντροφιά μας.
- Μ δεν είναι σαν κι εμάς, δεν έχει φτερά!
Εκείνη την στιγμή φάνηκε ο πρίγκιπας του λουλουδιού.
-Καλωσόρισες καλή μου στο λουλούδι μου. Θα ήθελες να μείνεις εδώ μαζί μου;
Η Δαχτυλίτσα τα είχε χαμένα,κοιτούσε γύρω της και δεν μπορούσε να πιστέψει πως υπάρχει τόση ευτυχία στον κόσμο.
Μπόρεσε και ψιθύρισε



-Ναι θα το ήθελα.
Κι αμέσως ένα ζευγάρι φτερά φύτρωσαν στην πλάτη της.΄
Έζησε με τον πρίγκιπα της ευτυχισμένη για πολλά πολλά χρόνια.





Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2015

Αλκυόνη

  Παρατηρήσατε όμορφες ηλιόλουστες ημέρες μέσα στην καρδιά του Ιανουαρίου; Αυτές οι ημέρες, ονομάζονται Αλκυονίδες και έχουν πάρει το όνομά τους από το ψαροπούλι Αλκυόνη , τις ονόμασε έτσι ο Αριστοτέλης πολύ πολύ παλιά.

Ποια είναι λοιπόν η ιστορία της Αλκυόνης;

Η Αλκυόνη και ο άντρας της Κύηκας ζούσαν πολύ ευτυχισμένοι. Ήταν αγαπημένοι και μονοιασμένοι , ζούσαν πάντα μαζί. Τόσο πολύ ήταν η ομορφιά που υπήρχε στην ζωή τους, που κάποια στιγμή αναρωτήθηκαν:
Μήπως είμαστε κι εμείς σαν τους Θεούς;
Μήπως είμαστε κι εμείς σαν τον Δία με την Ήρα;
Αυτή όμως η υπερήφανη στάση δεν άρεσε καθόλου στον Δία και είχε σαν αποτέλεσμα, να σκοτώσει τον Κύηκα, με ένα του κεραυνό, την στιγμή που ταξίδευε στο πέλαγος.
Η Αλκυόνη περίμενε στην ακρογιαλιά τον σύζυγό της, αλλά αυτός δεν φαινόταν πουθενά. Άρχισε να κλαίει και να οδύρεται κι έτσι οι Θεοί την λυπήθηκαν και την μεταμόρφωσαν σε πουλί την γνωστή μας Αλκυόνη το θαλασσοπούλι.
Όμως τα βάσανά της δεν τελείωσαν εδώ. Η Αλκυόνη ξεχωριστά από τα άλλα πουλιά που κλωσούν τα πουλιά τους την άνοιξη αυτή τα κλωσσά το καταχείμωνο όταν ό καιρός είναι άσχημος και το κύμα παρασέρνει τα αυγά της.
Σε αυτό το σημείο την βοήθησε ο Δίας χαρίζοντας της μερικές ημέρες στην καρδιά του χειμώνα ώστε να μπορέσει να κλωσήσει τα αυγά της.

Δραστηριότητες επέκτασης

Μπορούμε να δραματοποιήσουμε τον μύθο με τις  παραστατικές τέχνες που χρησιμοποιούμε στο νηπιαγωγείο όπως το θεατρικό παιχνίδι το κουκλοθέατρο το θέατρο σκιών.
Μπορούμε να επιλέξουμε απλά κουστούμια όπως κομμάτια από ύφασμα και να παραστήσουμε την τρικυμισμένη θάλασσα  και η Αλκυόνη (παιδί ή κούκλα) να τρέχει ανάμεσα στα κύματα που δημιουργούν τα παιδιά κουνώντας το πανί.
Ο Δίας καθισμένος στον θρόνο του δίνει τις εντολές και ανάλογα η Αλκυόνη μεταμορφώνεται σε πουλί και οι άνεμοι σταματούν για να κλωσήσει τα αυγά της.
Σε αυτό το σημείο βλέπουμε πως η κούκλα μπορεί να βγει από την σκηνή του κουκλοθεάτρου και να γίνει μέρος του θεατρικού παιχνιδιού με τα παιδιά. Έτσι μπορούμε να επιτύχουμε την τεχνική του συνδυαστικού θεάτρου.
Είναι εύκολο να δημιουργήσουμε το δικό μας θέατρο σκιών στο σχολείο. Ήδη τα κουκλοθέατρα που υπάρχουν στα νηπιαγωγεία έχουν θέατρο σκιών με τα σκηνικά του καραγκιόζη. Εμείς όμως μπορούμε να κατασκευάσουμε κοπιδιαστές φιγούρες και  να δραματοποιήσουμε την ιστορία πίσω από τον μπερντέ.
Η μουσική θα μας βοηθήσει αρκετά στην δραματοποίησή μας γιατί δεν θα χρειαστούμε να εκφραστούμε με τον λόγο παρά μόνο με την κίνηση και την μουσική. Επιλέγουμε λοιπόν μουσικά κομμάτια όπως  η θάλασσα του Σταμάτη Σπανουδάκη ή τα κύματα την καταιγίδα από τις τέσσερις εποχές του Βιβάλντι κι έτσι  έχουμε μια εναλλαγή μουσικών ρυθμών που ταιριάζουν στην ιστορία μας.
Όπως στα παραμύθια προσπαθούμε πάντα το τέλος να είναι ευχάριστο έτσι τα παιδιά δεν νιώθουν θλίψη και μελαγχολία.

Επίσης με τον μύθο αυτό μπορούμε να ερευνήσουμε συναισθήματα που είχαν οι ήρωες της ιστορίας. Η χαρά και η ευφορία που υπήρχε στην αρχή δίνει την θέση της στην λύπη για τον χαμό του Κύηκα. Η μεταμόρφωση σε πουλί ώστε να μην λυπάται άλλο η Αλκυόνη αλλά και η καταστροφή των αυγών φέρνει εκ νέου θλίψη. Όταν όμως ο ήλιος βγαίνει και ζεσταίνει τα μικρά πουλάκια η Αλκυόνη πετά χαρούμενη. Έχουμε με αυτόν τον τρόπο την εναλλαγή των συναισθημάτων.
Αυτές οι εναλλαγές των συναισθημάτων μπορούν με την κατάλληλη μουσική να γίνουν ένα όμορφο θεατρικό δρώμενο.

Εικαστική παρέμβαση















Μπορούμε να κατασκευάσουμε με απλά υλικά το πουλάκι Αλκυόνη και να το χρησιμοποιήσουμε πίσω από την σκηνή του κουκλοθεάτρου να ζωντανέψει την ιστορία.

Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

Λάβετε μέρος στον διαγωνισμό μας . Είναι τόσο απλό γράψτε με απλά λόγια μια πρόταση απάντηση στην ερώτηση τι γίνετε όταν ο χρόνος σταματάει...Προτιμούμε απαντήσεις που θα δώσουν τα ίδια τα παιδιά γιατί είναι πιο ευφάνταστες
Στείλτε την στο email kouklam90@yahoo.gr με την ένδειξη: για τον διαγωνισμό 
και θα κερδίσετε μια 
χειροποίητη γαντόκουκλα της αρέσκειά σας.


Ο διαγωνισμός θα κρατήσει μέχρι την Κυριακή 18 Ιανουαρίου 

Ελάτε να φτιάξουμε μαζί την ιστορία....

ο χρόνος ....σταμάτησε!


Ήταν καθισμένος ανάμεσα σε χαρτιά και βιβλία. Διάβαζε όλη μέρα μελετούσε από τα χοντρά βιβλία του χίλια δυο πράγματα για τον κόσμο. Έβλεπε τις εικόνες σημείωνε κάθε λίγο στο μικρό κιτρινισμένο τετράδιο δύο γραμμές και πάλι ξαναχωνόταν στις σελίδες του βιβλίου. Κάθε μέρα κι άλλο χοντρό βιβλίο κατέβαινε από τα ράφια της τεράστιας βιβλιοθήκης του και άρχιζε να το διαβάζει.




Μα τι είναι αυτά τα λαμπερά ματάκια που φάνηκαν στο παράθυρο;
Δύο… τέσσερα… έξι…..
Ένα δάχτυλο μπήκε μπροστά στα χείλη κι ακούστηκε
-Σσσσσς
-Μην μιλάτε παιδιά πάλι διαβάζει.
Τα λαμπερά ματάκια κοίταξαν μέσα απ το σκονισμένο τζάμι, γύρω από την βιβλιοθήκη υπήρχαν χιλιάδες ρολόγια.
Ρολόγια μικρά ρολόγια μεγαλύτερα και στο  τζάκι με το σβησμένο κούτσουρο ένα τεράστιο ρολόι που έδειχνε πάντα δώδεκα.
Τα παιδιά τρύπωσαν μέσα από την μισάνοιχτη πόρτα. Χάζεψαν στην βιβλιοθήκη.
Τα γέρικα μάτια του δεν τα πρόσεξαν, αλλά σαν κάτι να άκουσε!
Σήκωσε το κεφάλι του πάνω από το βιβλίο και κοίταξε γύρω… Τίποτε.
Τα παιδιά είχαν κρυφτεί πίσω από το μεγάλο τραπέζι
Συνέχισε να διαβάζει…
Κράααακ ‘ένας θόρυβος ακούστηκε από το σανίδι του πατώματος.
Τότε σηκώθηκε ορθός.
-Ποιος είναι είπε σιγαλά…
-Εμείς … ψιθύρισαν τα παιδιά και βγήκαν σιγά σιγά έξω από την κρυψώνα τους.
Τα μάτια του γέλασαν και τα ρώτησε.
-Τι γυρεύετε εδώ μικρούλια μου; Δεν είναι χώρος αυτός για παιδιά.
Ο Νικόλας πήγε τον λόγο και είπε.
-Είναι όλα  τόσο παράξενα εδώ!
-Θέλαμε να κάνουμε εξερεύνηση, πετάχτηκε η Μυρτώ, με τα κόκκινα κοτσιδάκια της να πηγαίνουν πέρα δώθε.
-Θα μας εξηγήσετε για τα ρολόγια; Ρώτησε η Ελένη, που ήταν η πιο μεγάλη της παρέας και  ήθελε σίγουρα να μάθει κάτι.
-Τα ρολόγια….μμμμ είναι αυτά που μου άφησαν οι παππούδες μου, πριν πολλά πολλά χρόνια.
-Και τι κάνουν αυτά τα ρολόγια; Ρώτησε ανυπόμονα ο Νικόλας , μια και είχε αγωνία να μάθει επιτέλους το μυστικού του παράξενου κυρίου, που ζούσε τόσα χρόνια δίπλα στο σπίτι τους.
 - Αυτά μετράνε τον χρόνο…κάθε ώρα που περνάει…κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο…μετρούν τον χρόνο.
-Και ποιος είναι πάλι αυτός ο κύριος χρόνος;
Ο άντρας χαμογέλασε
-Μμμ, Ο κύριος χρόνος είναι ένας βιαστικός κύριος που τρέχει…τρέχει, τρέχει συνέχεια..
-Κι εμείς οι άνθρωποι τι κάνουμε; ρώτησαν πάλι ανυπόμονα,
-Τρέχουμε ξοπίσω του να τον προλάβουμε. Γέλασε πάλι.
-Κι αν σταματήσει;
-Α ο χρόνος δεν σταματάει ποτέ, τρέχει συνέχεια. Σταματά μόνο αν κάποιος φύγει από αυτή την ζωή.
-Κι αν σταματήσει; επέμεινε πάλι η Ελένη που ήθελε να μάθει.
  -Τότε δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει. Ίσως οι άνθρωποι ξαναβρούν κάποιο άλλο μέτρο,για να μετρούν τον χρόνο, που τρέχει….
Γύρισε και βυθίστηκε πάλι στα βιβλία του. Τα παιδιά κοίταξαν γύρω τα διάφορα αντικείμενα που είχε ο παράξενος άντρας μέσα στο σπίτι και τον χαιρέτησαν.
Την τελευταία στιγμή ο Νικόλας πρόσεξε ένα μικρό πράσινο πετραδάκι που βρισκόταν στην άκρη του τραπεζιού.
Ήταν τόσο λαμπερό, που δεν αντιστάθηκε στην επιθυμία, να το κρατήσει στα χέρια του.
Το κοίταξε και μέσα είδε  ένα παλάτι με πολλά παράθυρα και μια τεράστια πόρτα….
-Στο καλό παιδιά μου, ακούστηκε η φωνή του σοβαρού κυρίου να βγαίνει μέσα από το χοντρό του βιβλίο. Τα χαιρέτησε χωρίς να τα δει καν στα μάτια.
Ο Νικόλας φοβήθηκε και γρήγορα γρήγορα άφησε το πράσινο πετραδάκι όπου μπορούσε…ανάμεσα στους δείκτες του ρολογιού πάνω στο τζάκι…

Και τότε……. Ο χρόνος σταμάτησε…..


Μπορείς εσύ να μας πεις τι γίνετε όταν σταματά ο χρόνος;
Γράψε την δική σου  συνέχεια στην ιστορία.


Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2015

Χιονισμένη καρτούλα

Ελάτε να φτιάξουμε μια όμορφη εικόνα με απλά υλικά στο κλίμα των ημερών το χιονισμένο.

Θα χρειαστούμε

Μπλε χαρτόνι
Λευκό χαρτόνι
Κόλα
Κοπίδι – ψαλίδι
Χιόνι διακοσμητικό








Πως θα το φτιάξουμε

Βάζουμε κόλα στο μπλε χαρτόνι και ρίχνουμε πάνω του το χιόνι να πέσει σε μερικά μέρη ομοιόμορφα






Σχεδιάζουμε ένα δέντρα ένα χιονάνθρωπο και κόβουμε το λευκό χαρτόνι.
Κολλάμε μαζί τα δύο χαρτόνια  και έχουμε ένα ωραίο χιονισμένο καδράκι!


Μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε σαν κάρτα για ευχές ή για την διακόσμηση του δωματίου μας ή της τάξης μας.

Λίγα λόγια για την τεχνική

Η τεχνική που χρησιμοποιούμε είναι αυτή που χρησιμοποιείτε για την κατασκευή φιγούρας στο θέατρο σκιών και ονομάζετε κοπιδιαστή. Τα παιδιά δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν το κοπίδι αλλά μπορούν να κόψουν με το ψαλίδι τα κενά και να κατασκευάσουν το χιονάνθρωπο.

Κάτι άλλο….


Με την ίδια τεχνική μπορούμε να δημιουργήσουμε πολλές εικόνες βάζοντας πίσω ένα σκούρο φόντο και μπροστά λευκό χαρτί.

Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2015

Και τώρα;...... Που τέλειωσαν τα δώρα;

Ο Santa Claus ετοιμάζεται να μοιράσει τα δώρα στα παιδιά όπως γίνεται κάθε χρόνο τα  Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Σηκώνεται από την καρέκλα του παίρνει από το ντουλάπι την στολή του, την ξεσκονίζει. Φοράει τα γυαλιά του. Προβάρει τον σκούφο του.
Χτυπά η πόρτα.
Ξωτικό: Santa, Santa έχουμε μεγάλο πρόβλημα.
Santa: Γιατί είσαι τόσο αναστατωμένος Φρέντυ, καλέ μου βοηθέ;
Ξωτικό: Καλέ μου Σάντα, καταστραφήκαμε!
Santa :Έλα μέσα και πες μου ήρεμα, τι συμβαίνει
Το ξωτικό μπαίνει μέσα και κάθεται δίπλα στον Santa.
Παίρνει μια βαθιά ανάσα…
Ξωτικό: Τελείωσαν τα δώρα!!!!
Santa: Μα αυτό είναι υπέροχο! Πως τα καταφέρατε να τα τελειώσετε φέτος, τόσο γρήγορα;
Ξωτικό: δεν κατάλαβες καλέ μου παππούλη, τελείωσαν τα δώρα, δεν μπορούμε να φτιάξουμε, δώρα παπαλα.
Santa: δεν έχετε ιδέες;
Ξωτικό: ιδέες να φάνε και οι κότες. Υλικά δεν έχουμε. Για να καταλάβεις, όπως κάθε χρόνο, πήγαμε δίπλα στο δάσος να κόψουμε ξύλα για τα ξύλινα παιχνίδια.
Santa: και τι έγινε;

Το ξωτικό με άλλους δύο πάνε να κόψουν το δέντρο
Το δέντρο μετακινείτε
Ξωτικό :Επ τι γίνετε εδώ; Στο στοιχειωμένο δάσος ήρθαμε;
Ξωτικό :Κάτσε ήσυχο δέντρο να σε κόψουμε. Αμάν τι έπαθα μιλάω στο δέντρο!
Μα τα δέντρα δεν μιλάνε βρε κουφιοκεφαλάκη
Δέντρο: ήρθε η ώρα μιλήσω….φύγετε από εδώ τα δέντρα αποφασίσαμε να μην σας αφήσουμε να κόψετε τους κορμούς μας για να φτιάξετε τα ανόητα παιχνίδια σας και να τα μοιράσετε στα παιδιά. Τέλος τα ξύλινα παιχνίδια.
Ξωτικό : Δεντράκι μου καλό σκέψου τι χαρά που θα κάνει ένα παιδάκι σαν θα πάρει ένα παιχνιδάκι που θα είναι φτιαγμένο από τον ξύλινο κορμό σου.
Δέντρο: δεν χρειάζεται το είδαμε τόσα χρόνια. Όλα τα ξύλινα παιχνίδια τα παιδιά τα βαριούνται και τα πετάνε ακόμη και στο τζάκι.
Ξωτικό: λάθος κάνεις καλό μου δεντράκι δεν γίνετε κάτι τέτοιο ακόμη και στο παιδικό μουσείο και στα μουσεία παιχνιδιών θα δεις παιδικά ξύλινα παιχνίδια.
Δέντρο: στο μουσείο…όχι ! δεν θέλω εκεί παρέα με τις αράχνες και τους αρουραίους. Θέλω να μείνω εδώ στην φύση και στον καθαρό αέρα.
Ξωτικό: σκέψου τα παιδικά χεράκια να σε χαϊδεύουν
Δέντρο: να σε σπάνε…
Ξωτικό: υπερβολές πέτυχες κάποιο ζωηρό παιδάκι.
Δέντρο: Ωραία λοιπόν αφού δεν καταλαβαίνετε με τα λόγια θα σας πούμε τα κάλαντα.
Ξωτικό: όχι όχι μας τα παν άλλοι…. Εμείς έχουμε πολύ δουλειά.
Δέντρο: Δεν είναι τα κάλαντα που νομίζεις. Πρέπει να προσέξεις το νόημα των στίχων.
Φωνάζει στα άλλα δέντρα του δάσους και τότε όλα τα δέντρα αρχίζουν να τραγουδούν:
Αρχιμηνιά κι αρχή χρονιά
Τέλος για φέτος μ όλα αυτά
Δεν θα κόψετε τα δέντρα
Ούτε φύλλα  ούτε ξύλα.

Φτάνει και τέλος η κοπή
Η ολική καταστροφή
Μας έχετε μαδήσει
Και




μας έχετε αφανίσει.

Το δάσος είναι για ζωή
Και όμορφη αναπνοή
Δεν είναι για παιχνίδια
Και για ξύλινα στολίδια

Φύγετε τώρα από δω
Να μην φωνάξω τον γιατρό
Τον μικρό δρυοκολάπτη
Να σας κάνει την μύτη μαύρη!

Αρχιμηνιά κι αρχή χρονιά
Τέλος για φέτος με όλα αυτά
Δεν θα κόψετε τα δέντρα
Ούτε ξύλα ούτε φύλλα.

Δέντρο: όπως και  να έχει δεν θέλω να με κόψεις και φύγε γιατί θα φωνάξω ενισχύσεις. Γιατρέ μου…. Τρέξε
Εμφανίζετε ο δρυοκολάπτης και αρχίζει με την μύτη του να χτυπά το ξωτικό.
Το ξωτικό φεύγει και γυρίζει στον Santa
Κατάλαβες παππούλη γιατί δεν μπορούμε να πάρουμε ξύλο φέτος.
Santa Εντάξει εντάξει…κατάλαβα δεν έχει ξύλινα παιχνίδια φέτος ας φτιάξουμε πλαστικά, σιδερένια,πήλινα.
Ξωτικό: Τρέξαμε σε όλες τις γωνιές της  Γης για να βρούμε υλικά να φτιάξουμε τα παιχνίδια αλλά…μάταια. Στο τέλος μάλιστα έγινε και αυτό που δεν έχει γίνει ποτέ. Βγήκε η ίδια η Μητέρα Φύση και μας έδιωξε.
Στο παλάτι της Μητέρας Φύσης
Μητέρα Φύση….Μητέρα Φύση….
Ξωτικό: Φώναξε πιο δυνατά μάλλον δεν ακούει
Μητέρα Φύσηηηηηη
Ξωτικό :Και τώρα δεν ακούει;
Βγαίνει η Μητέρα Φύση
Μητέρα Φύση :Μπορείτε να φύγετε από το παράθυρό μου με ξεκουφάνατε έχω πολύ σοβαρή ασχολία, πρέπει να ετοιμάσω τις μικρές προνύμφες της πεταλούδας να είναι έτοιμες για την Άνοιξη.
Ξωτικό: Μητέρα Φύση με όλο τον σεβασμό θα θέλαμε να μας δώσετε κάποια υλικά για να φτιάξουμε και φέτος τα παιχνίδια των παιδιών
Μητέρα Φύση :Α εσείς είστε οι ανάγωγοι που κλέβετε όλα τα χρόνια τα υλικά μου μέταλλα, ξύλα και άλλα
Ξωτικό: Κλέβουμε…χμ όχι και κλέβουμε παίρνουμε λίγα παραπάνω για να ευχαριστήσουμε τα παιδιά.
Μητέρα Φύση :Κλέβετε αγαπητέ μου έχετε αδειάσει τα δάση από τα δέντρα, έχετε ερημώσει τα μεταλλεία από τα σίδερα και τα άλλα μέταλλα και δυστυχώς φέτος δεν υπάρχει τίποτε.
Ξωτικό: Μα πως; τα απόθεμα τα σας είναι ατέλειωτα.
Μητέρα Φύση :Σε γελάσανε αγαπητέ μου, για κοίταξε γύρω σου τι καταστροφή γίνετε εξ αιτίας σας.
Ξωτικό: Μα εμείς…..
Μητέρα Φύση :Εσείς εσείς…. Όλοι θέλουν να πάρουν κάτι από μένα, τάχα για καλό σκοπό και κοίτα που με κατάντησαν να  έχω μια τεράστια τρύπα πάνω από το κεφάλι μου…
Ξωτικό: Τρύπα;
Ξωτικό: Την τρύπα του όζοντος λέει βρε κουφιοκεφαλάκη.
Μητέρα Φύση :Δεν με ενδιαφέρετε πλέον αγαπητέ μου να πάτε αλλού να βρείτε υλικά για τα ανόητα παιχνίδια σας. Που στο κάτω κάτω καταλήγουν στο καλάθι των αχρήστων, ούτε καν στον κάδο ανακύκλωσης. Τι κάνετε εσείς για αυτό εεεε; Τίποτα….
Ξωτικό: Μα…..
Μητέρα Φύση :Δρόμο τώρα έχω σοβαρότερα θέματα να ασχοληθώ από τα παιδικά παιχνίδια.
Ξανά στον Santa
Ξωτικό: Έτσι καλέ μου παπούλη όλοι μας έδιωξαν και τώρα πώς να φτιάξουμε τα παιχνίδια;
Όλα τα ξωτικά έχουν βαλθεί να σκέφτονται και να σκέφτονται….
Santa: πήγαινε Φρέντυ θα καθίσω μόνος μου να σκεφτώ τα λόγια της Μητέρας φύσης.
Ο Φρέντυ φεύγει και ο Santa κάθετε σκεφτικός στο παράθυρο. Ίσως η Μητέρα Φύση έχει δίκιο. Τα περισσότερα παιχνίδια καταλήγουν στην χωματερή. Μερικά παιδιά τα χαλάνε μόλις τα βγάλουν από το κουτί τους. Λίγα είναι εκείνα τα παιδιά που τα κρατάνε και τα φυλάνε μέχρι το τέλος.
Γιαγιά: Έλα, έλα Ελενίτσα κοίτα τι σου έφερα.
Ελενίτσα: σε ευχαριστώ γιαγιά, μια κούκλα! Μα αυτή δεν είναι σαν τι δικές μας.
Γιαγιά: Καλή μου Ελενίτσα αυτή ήταν η κούκλα που μου έκανε δώρο ο Αη Βασίλςη όταν ήμουν παιδί σαν κι εσένα, την κράτησα και τώρα την δίνω σε σένα να την χαρίσεις με την σειρά σου στα δικά σου παιδιά. Είναι το πιο πολύτιμο πράγμα που έχω. Πόσο λαχταρούσα εκείνη την κούκλα και το βράδυ της πρωτοχρονιάς την κράτησα σφιχτά στα χέρια μου. Δεν την αποχωριζόμουν ποτέ. Να τώρα που εγώ γέρασα σου την χαρίζω.
Ελενίτσα: Σε ευχαριστώ γιαγιάκα είναι κάπως παλιά, αλλά είναι όμορφη.
Γιαγιά: Πάντα ο Αη Βασίλης φέρνει όμορφα πράγματα παιδί μου.
Ελενίτσα: Λες  γιαγιά να μου φέρει φέτος το καλύτερο, το ομορφότερο παιχνίδι; Θα το προσέχω σαν τα μάτια μου.
Γιαγιά: Μακάρι παιδί μου.

Ο Santa αναστενάζει.
Για αυτό το κοριτσάκι πρέπει να βρω λύση με τα δώρα. Πρέπει να βρω λύση
Ο Santa καθόταν στο παράθυρό του και κοιτούσε το χιονισμένο χωράφι κάποιος όμως έσπαγε το κεφάλι του για να βρει τη λύση
Τάρανδος: Πραγματικά ο Santa βρίσκετε σε δύσκολη θέση πρέπει να λύσω το πρόβλημα. Κανένα παιδί δεν θέλω να είναι λυπημένο στην γη την μέρα της Πρωτοχρονιάς.
Κανένα ….Κανένα….Κανένα
Καθώς  φωνάζει και τρέχει από εδώ κι από εκεί έπεφτε πάνω σε έναν μπλε κάδο ανακύκλωσης και τον αναποδογυρίζει
Μπλε κάδος :Επ κύριος πολύ κουτούλημα έφαγα, σταμάτα πια
Τάρανδος : Ποιος μιλάει;
Μπλε κάδος: Ποιος μιλάει; Ποιος μιλάει εγώ αυτοπροσώπως,  ο μπλε κάδος κι ας με έχει φέρει τούμπα.
Τάρανδος :Μπα τι βλέπω εσύ μέσα σου δεν έχεις σκουπίδια. Έχεις χαρτιά και αλουμινένα κουτάκια!
Μπλε κάδος: Καλά βρε φιλαράκο από πού ήρθες εσύ; Δεν ξέρεις για τους κάδους ανακύκλωσης;
Τάρανδος: Εεεεε
Μπλε κάδος: Λοιπόν άκου. Τα σκουπίδια πλέον οι άνθρωποι δεν τα πετάνε τα ξεχωρίζουν σε χαρτιά, γυαλιά και αλουμίνια έτσι τα βάζουν σε μας τους μπλε κάδους.
Τάρανδος :Και μετά;
Μπλε κάδος: Ε με τά τα ξαναφτιάχνουν αυτά τα υλικά καινούριο χαρτί καινούριο μέταλλο
Τάρανδος :Ζήτω ζήτω
Ο Τάρανδος τρέχει πάνω κάτω και κάνει κόλπα με τον κάδο
Τάρανδος :Το βρήκα !
Μπλε κάδος: Τι βρήκες βρε φιλαράκι γιατί εγώ έχασα τα αυγά και τα πασχάλια κι άς έχουμε Χριστούγεννα
Τάρανδος: Βρήκα που θα βρει ο Santa τα δώρα;
Μπλε κάδος: Που;
Τάρανδος : Μέσα στον μπλε κάδο. Κρέμασε λίγα από αυτά τα υλικά στα κέρατά μου και τρέχωωωω
Μπλε κάδος: Επ στάσου…..
Τάρανδος : Όχι δεν έχω χρόνο πρέπει να φτιάξουμε τα δώρα και φέτος θα ανακυκλώωωωωσουμεεεεε
Santa: Μα ποιος είναι και κουδουνίζει έτσι; Ρούντολφ καλέ μου τάρανδε πήγαινε μέσα στο παχνί σου. Πήγαινε μέσα στον στάβλο…πόσο λυπάμαι δεν θέλω να του πω πως φέτος δεν θα μοιράσουμε δώρα.
Μα γιατί επιμένει αυτό το ελάφι;
Α τι είναι αυτά τα υλικά στα κέρατά σου;
Κουτάκια από αλουμίνιο; Εφημερίδες……
Ξωτικό: Σωθήκαμε παπούλη να τα υλικά που θα χρειαστούμε θα φτιάξουμε τα δώρα φέτος ανακυκλώσιμα γιούπι!


τραγουδούν
Ανακυ ανακυκλω ανακύκλωση
Θα φτιάξουμε τα δώρα τώρα στη στιγμή
Ανακυ ανακυ ανακύκλωση
Τα δώρα τώρα φέρτε σε κάθε πια παιδί

Μάζεψε χαρτί, Μάζεψε γυαλί
Μάζεψε κουτάκι μπροστά σου αν βρεθεί
Ελάτε όλοι εδώ κάτι ξεχωριστό
θα κάνουμε όλοι φέτος στο παιχνίδι αυτό







Ανακυ ανακυκλω ανακύκλωση
Θα φτιάξουμε τα δώρα τώρα στη στιγμή
Ανακυ ανακυ ανακύκλωση
Τα δώρα τώρα φέρτε σε κάθε πια παιδί







Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Η χρήση της κούκλας.

         Υπάρχουν πολλοί τρόποι να εισάγουμε ένα θέμα στην σχολική τάξη. Ένας από τους καλύτερους είναι: μια κούκλα. Κατά την διάρκ...